- δικάσαι
- δικά̱σᾱͅ , δικάζωBis Acc.fut part act fem dat sg (doric)δικάζωBis Acc.aor inf actδικάσαῑ , δικάζωBis Acc.aor opt act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
δίκασαι — δικάζω Bis Acc. aor imperat mid 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)